ΚΡΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ: ΑΠΑΤΕΩΝΕΣ ΚΑΙ ΤΖΕΝΤΛΕΜΕΝ

     Η κωμωδία είναι μια δύσκολη υπόθεση, από όλες τις απόψεις. Απαιτεί καλή γνώση του αντικειμένου, πολλές πρόβες και πολύ ταλέντο. Η συγκεκριμένη κωμωδία, αν και κινηματογραφικό έργο, είχε τις ίδιες απαιτήσεις από τους συντελεστές της, ίσως και περισσότερες από ό,τι ένα αυθεντικό θεατρικό έργο. Τόσο οι θεατές όσο και η υπογράφουσα απολαύσαμε αυτή την παράσταση.

     Ο κ. Μπέζος στο ρόλο του απατεώνα-τζέντλεμαν που τα έχει καταφέρει στη ζωή του παίρνοντας με διάφορους τρόπους χρήματα από ανυποψίαστες πλούσιες-πάμπλουτες θα λέγαμε- κυρίες ήταν άψογος, ταυτισμένος και συνεπής. Όπου χρειαζόταν σοβαρός και όπου έπρεπε αστείος, ακόμη και απόλυτα κωμικός, τσαλακώνοντας το πολύ σοβαρό παρουσιαστικό του.

     Ο κ. Φιλιππίδης ήταν μια έκπληξη. Παρόλα τα χρόνια του στο σανίδι, δεν σταματάει να μας εκπλήσσει με τις πολλές και διαφορετικές πτυχές του ταλέντου του. Η κωμική του φλέβα καταδεικνύεται σε όλο της το μεγαλείο σε αυτό το διαρκές υποκριτικό παιχνίδι που παίζει με τον θεατή. Η αμεσότητά του είναι καταπληκτική. Η ενεργητικότητά του είναι κάτι το ασύλληπτο. Δεν θα σταματήσει αν δεν εισάγει για τα καλά όλους τους θεατές στο έργο-και το κάνει με μεγάλο σεβασμό.

     Η κ. Τρανταφυλλίδου ταιριάζει αρκετά στον ρόλο της ψευτοπλούσιας που θα ήθελαν και οι δύο να “κατακτήσουν”, καθώς ανταποκρίνεται άψογα στα εξωτερικά γνωρίσματα του ρόλου, αλλά θα έπρεπε να “λυθεί” περισσότερο υποκριτικά και να δουλέψει λίγο περισσότερο τα τραγούδια, καθώς οι προαναφερθέντες συνάδελφοί της ήταν άψογοι και σε αυτό το μέρος του έργου.

    Σημαντικός ο κ. Στόλλας στον ρόλο του αστυνομικού, φίλου του πλούσιου τζέντλεμαν (Μπέζος). Πολύ καλός ηθοποιός που απέδωσε με μαεστρία τον ρόλο του. Ο μπάτλερ κ.Γιαννάκης έπαιξε με αρκετή δόση κωμικής τρέλλας και οι πλούσιες κυρίες Παπαγεωργίου και Φωτάκη, έδωσαν δείγματα του ταλέντου τους. Ιδίως η κ. Παπαγεωργίου έχει μια πολύ δυνατή κωμική φλέβα. Ο υπόλοιπος θίασος αποτελείται από πολύ καλούς ηθοποιούς που χορεύουν και τραγουδούν τέλεια, πράγμα σπάνιο για τα ελληνικά δεδομένα.

     Δεν υπήρχαν εκπλήξεις από σκηνοθετικής πλευράς καθώς οι κ. Φιλιππίδης και Μπέζος που την υπογράφουν ήταν μάλλον συμβατικοί. Δημιούργησαν μια παράσταση που εξυπηρετούσε τις ατάκες και τις κωμικές καταστάσεις. Έτσι κι αλλιώς το έργο δεν χρειαζόταν να “πατήσει” επάνω σε περίτεχνα σκηνοθετικά ευρήματα για να οδηγήσει τον θεατή στον τελικό προορισμό του  που ήταν η καθαρή ψυχαγωγία. Αν και το σημείο που η κυρία Τριανταφυλλίδου αλλάζει φουστάνι επί σκηνής θα μπορούσε να λείπει, καθώς δεν εξυπηρετεί τίποτα.

    Τα σκηνικά του κ. Παντελιδάκη φαντασμαγορικά. Όμως οι συνεχείς αλλαγές κουράζουν τον θεατή. Τα κοστούμια του κ. Ζούλια ήταν αρκετά εμπνευσμένα και η μουσική διασκευή του κ. Τσεβά πολύ καλή, όπως και οι χορογραφίες της κ. Νίνου και του κ. Γιαννακόπουλου.

     Στο τέλος δεν θα μπορούσα να παραλείψω να αναφέρω το τεράστιο λάθος της χρήσης μικροφώνων σε μια αίθουσα μουσικής που εξ ορισμού θα πρέπει να έχει άριστη ακουστική. Αν το ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στις ηχητικές απαιτήσεις μιας μουσικής παράστασης, τότε δεν ξέρω ποιά αίθουσα μπορεί. Τα μικρόφωνα των ηθοποιών ήταν πολύ δυνατά και αυτό μερικές φορές δημιουργούσε “βαβούρα” στην πλατεία. Ακόμη, η κονσόλα του ηχολήπτη ίσως να έπρεπε να μεταφερθεί κάπου αλλού, έτσι ώστε να μην επηρεάζει την οπτική του θεατή και τον αποσπά από το έργο.

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ,

14-5-13