Κριτική παράστασης: Α-ΠΕ-ΛΠΙ-Σί-ΤΟ
-Καθόλου.
Αυτή είναι η απάντηση που
μας δίνει εδώ η επιθεώρηση του Λάκη Λαζόπουλου, ο οποίος υπερέχει εαυτόν, όπως μας έχει
συνηθίσει ο κ. Λαζόπουλος βέβαια, αλλά αυτή τη φορά το παρακάνει, και όχι με
την κακή έννοια του όρου. Φυσικά δεν έχουμε να κάνουμε με την κλασική
επιθεώρηση, η οποία έχει σταματήσει πλέον να υφίσταται εν τω συνόλω της, με
κάποια εξαίρεση ίσως τις παραστάσεις του κ. Μάρκου Σεφερλή, αλλά και εκεί δεν
μπορούμε να μιλάμε για καθαρή επιθεώρηση, με την τυπική δομή της, καθώς της
λείπουν κάποια σημαντικά στοιχεία, όπως τραγούδια, μια κοινή πολιτική γραμμή
στα κείμενα κ.τ.λ.
Όμως θα ήθελα να αρχίσω με τη δομή της
συγκεκριμένης επιθεώρησης, το «Α-ΠΕ-ΛΠΙ-ΣΙ-ΤΟ», η οποία έχει κάπως
διαφοροποιηθεί από την κλασική επιθεώρηση, γι’ αυτό και ο συγγραφέας της (Λάκης
Λαζόπουλος), την αποκαλεί στην υποσημείωση του τίτλου της ως «επιθεώρηση
δωματίου».
Φυσικά έχει τα βασικά,
σπονδυλωτό κείμενο με έμφαση στην κοινωνία και στη σάτιρα, αλλά της λείπει η
ένταση, τα πλούσια σκηνικά και κοστούμια και όλα αυτά που κάνουν την επιθεώρηση
μοναδική. Όταν όμως έχεις δώσει σημασία στην ουσία του κειμένου, τότε το βασικό στοιχείο της επιθεώρησης, που είναι η
σάτιρα, της δίνει πνοή και τότε παίρνει σάρκα και οστά και προβάλλει μπροστά
σου έτοιμη να σε πάρει στον πανέμορφο αλλά και αιχμηρό κόσμο της.
Αυτό το κατάφερε ο κ. Λαζόπουλος, χωρίς φαντασμαγορία,
γιατί δεν τη χρειάζεται. Τα κείμενά του είναι σύγχρονα, καινούρια και δυνατά.
«Πατούν» πάνω στην κοινωνία, σε μια κοινωνία που βουλιάζει, στους «αόρατους»
ανθρώπους, όπως ο ίδιος αποκαλεί τους
ήρωές του, αυτούς που ζουν στο αόρατο σπίτι που αποτελεί το σκηνικό μιας
επιθεώρησης της οποίας οι τραγικές προεκτάσεις τσακίζουν κόκκαλα και
συνειδήσεις.
Ο τίτλος του έργου
«Απελπισίτο» είναι παρμένος από τη μεγάλη ξένη επιτυχία του Καλοκαιριού «Despacito» και με αυτόν τον
παραλληλισμό ο κ. Λαζόπουλος προκαλεί ακόμη πιο πολύ τις κοιμισμένες
συνειδήσεις των ανθρώπων που δεν καταλαβαίνουν ή δεν θέλουν να δουν το δράμα
που εκτυλίσσεται στη σημερινή Ελλάδα του 2018. Το Α-ΠΕ-ΛΠΙ-Σί-ΤΟ είναι μια
κραυγή του Λάκη, μια έκκληση για βοήθεια
προς όλους και από όλους.
Δεν θα ήθελα όμως να
παρεξηγηθώ, καθώς τα εξαίσια κείμενα που υπογράφει είναι πράγματι πολύ αστεία.
Ιδίως το νούμερο της κ. Σοφίας Φιλιππίδου «Βαγγελιώ», είναι ένα υπέροχο δείγμα
γραφής, παλιάς γραφής, όπως μόνο οι μεγάλοι συγγραφείς της επιθεώρησης ήξεραν
να γράφουν, καθώς οδηγεί σιγά-σιγά τον θεατή σε μια κορύφωση θετικών
συναισθημάτων και το γέλιο βγαίνει αυθόρμητο μέσα από τους γρίφους που
απαγγέλει με καταπληκτική δεινότητα και μέτρο η κ. Φιλιππίδου. Το ταλέντο της είναι γνωστό, η αξία
της ως ηθοποιού πολύ μεγάλη, αλλά εδώ, αλλάζοντας ρόλους και υποδυόμενη πότε τη
«Βαγγελιώ» και πότε την «Ασπασία» με τους απλήρωτους λογαριασμούς, δίνει
ρεσιτάλ ερμηνείας και θυμίζει σε όλους εκεί έξω τι θα πει άνθρωπος του θεάτρου,
ένας απλός θεατρίνος του οποίου η δύναμη μπορεί να απογειώσει ένα κείμενο ή να
το χαντακώσει.
Η κ. Σοφία Φιλιππίδου
έδωσε ζωή στα κείμενα του κ. Λαζόπουλου, στα τόσο δύσκολα και μακρά σε διάρκεια
κείμενα και με το ταλέντο και το μέτρο της κατάφερε να τα «περάσει» στον θεατή
και να τον συγκλονίσει σε όλα τα νούμερά της, αλλά ιδίως στο νούμερο της «Βαγγελιώς».
Ευχόμαστε να συνεχιστεί η συνεργασία με τον κ. Λαζόπουλο και σε άλλες
παραγωγές. Αυτοί οι δύο κάνουν ένα επιθεωρησιακό δίδυμο βγαλμένο από άλλες
εποχές.
Φυσικά να προσθέσω και
το γεγονός ότι το χειροκρότημα «πήγε» εξίσου και στους δύο πρωταγωνιστές, ενώ
συνήθως ο κ. Λαζόπουλος «καταπίνει» άθελά του όποιον τολμά να συμπρωταγωνιστήσει
μαζί του επί σκηνής. Αυτό από μόνο του καθιστά μεγάλη νίκη και καταδεικύει την
αξία της κ. Φιλιππίδου.
Ο Λάκης Λαζόπουλος,
εκτός του ότι έχει επιφορτιστεί με το βαρύ έργο της συγγραφής –για την οποία
μιλήσαμε πιο πάνω- επωμίζεται και την βαριά ευθύνη του πρωταγωνιστή, καθώς οι
περσόνες που δημιουργεί, έχουν ένα και μόνο εκφραστή: Τον ίδιο. Ο κ. Λαζόπουλος δεν έχει εξάρσεις. Η κωμική
του γκάμα είναι συγκεκριμένη και γνωστή, μόνο που παρεξηγείται, γιατί οι τόσο
γνωστοί ρόλοι που έχουν γραφτεί από αυτόν κατά καιρούς είναι μεν γνωστοί στο
ευρύ κοινό, αλλά αυτό δεν τους καθιστά συγχρόνως και εύκολους στην ερμηνεία.
Σε αυτό το έργο είδαμε τον φτωχό οικογενειάρχη,
τον τύπο που έχει ψυχολογικά με τους πάντες, και το υπέροχο νούμερο του
«Χαραλάμπη» το οποίο δεν σε αφήνει να καθήσεις στην καρέκλα σου γιατί είσαι
μονίμως κάτω από αυτήν (λόγω μακρόσυρτου
γέλιου φυσικά). Αυτό δεν είναι κάτι απλό γιατί θέλει πολύ δουλειά, πολύ
συγκέντρωση και πολύ κέφι από τη μεριά του ηθοποιού. Για μια ακόμη φορά ο κ. Λαζόπουλος έδωσε δείγμα της
ευστροφίας του η οποία τον βοηθά να αντιλαμβάνεται τους ρόλους όπως τους του
υπαγορεύει το κοινό και το κοινό αντιλαμβάνεται τα πάντα μέσα από το καυστικό
κείμενο του κ. Λαζόπουλου.
Η σκηνοθεσία που έγινε
από τον ίδιο έχει κάποια κενά στην επαναλαμβανόμενη απαγγελία του κειμένου από
την ίδια θέση, κάτι που δεν «χτυπά» καλά στο μάτι του θεατή. Επίσης, δεν
εξηγούνταν η παρουσία στη σκηνή του ηθοποιού που έπαιζε το αρμόνιο και
εμφανιζόταν από το πουθενά κάθε φορά που υπήρχε κάποιο τραγούδι. Τέλος, ο κ.
Λαζόπουλος σκηνοθέτησε τον υπόλοιπο θίασο με ζωντάνια.
Ο θίασος αποτελείται από
εννιά νέα παιδιά που τα περισσότερα κάνουν το ντεμπούτο τους στο θέατρο με
αυτήν την παράσταση. Οι ερμηνείες ήταν οι αναμενόμενες, κάτι που δεν είναι
απαραίτητα κακό. Ξεχωρίσαμε τον Διονύση Λάνη και την Άννα Κλάδη για την
ευστοχία τους και το ταλέντο τους. Τα υπόλοιπα παιδιά ήταν οι καλοί: Κωνσταντίνος
Γεωργόπουλος, Χριστιάνα Λαδοπούλου, Ιωάννα Λέκκα, Δημήτρης Μανδρινός, Βαγγέλης
Πιτσιλός, Τζίνα Σταυρουλάκη και Μιχαήλ Ταμπακάκης.
Τα σκηνικά της Αθανασίας
Σμαραγδή εξυπηρετούσαν την ιστορία, αλλά ήταν κάπως πρόχειρα. Τα κοστούμια, με
εξαίρεση αυτό κ. Φιλιππίδου με τους λογαριασμούς, ήταν αδιάφορα. Η μουσική του
Σταμάτη Κραουνάκη ήταν λίγη σε σχέση με την υπόλοιπη παράσταση, κάτι που δεν
μας έχει συνηθίσει.
Η παράσταση Α-ΠΕ-ΛΠΙ-Σί-ΤΟ θα βρίσκεται στο θέατρο "Αριστοτέλειον" της Θεσσαλονίκης έως την 14-1-2018
9-1-2018
Ε.Β.